Τι ήταν το NSU, τι εγκλήματα διέπραξε, πώς αποκαλύφθηκε;
Πριν από τρία χρόνια, στις 4 Νοεμβρίου 2011, έγινε στην κωμόπολη Άιζεναχ της Θουριγγίας μια αποτυχημένη ληστεία τράπεζας. Οι δύο δράστες βρέθηκαν νεκροί στο αυτοκίνητο με το οποίο διέφυγαν. Λίγο αργότερα, 200 χιλιόμετρα παρακάτω, στο Τσβίκαου, γίνεται μια έκρηξη κι ένα σπίτι τυλίγεται στις φλόγες. Τα πτώματα των δύο ληστών αναγνωρίστηκαν, ήταν ο Ούβε Μπένχαρντ, 34 ετών, και ο Ούβε Μούντλος, 38 ετών. Τέσσερις μέρες αφότου έβαλε φωτιά στην κοινή τους κατοικία, η συνεργός τους, Μπεάτε Τσέπε, 39 ετών, παραδόθηκε στην αστυνομία. Τις επόμενες μέρες και εβδομάδες αποκαλύφθηκε σιγά σιγά το παρασκήνιο αυτών των περιστατικών: οι τρεις νεοναζί κρύβονταν από το 1998 και είχαν καταφέρει να περάσουν επί 13 χρόνια απαρατήρητοι, στην παρανομία. Σε ένα dvd που βγήκε στη δημοσιότητα λίγο αργότερα, οι ίδιοι αυτοχαρακτηρίζονταν Εθνικοσοσιαλιστικό Υπόγειο Δίκτυο (Nationalsozialistischer Untergrund, NSU) και αναλάμβαναν την ευθύνη για τις πράξεις τους: 10 φόνους, 9 εκ των οποίων με ρατσιστικά κίνητρα σε άντρες μετανάστες, ένας φόνος μιας γυναίκας αστυνομικού και μια απόπειρα δολοφονίας ενός συναδέλφου της. Σε αυτά προστίθενται και τρεις έως τώρα γνωστές επιθέσεις με εκρηκτικά, μεταξύ των οποίων μία επίθεση με βόμβα καρφιών στην Κολονία το 2004, στην οποία τραυματίστηκαν σοβαρά 22 άνθρωποι. Τέλος, η ομάδα είχε στο ενεργητικό της τουλάχιστον 15 ληστείες τραπεζών για τη χρηματοδότηση των ενεργειών της.
Τι άλλο αποκάλυψαν τότε οι έρευνες;
Για πολλούς ήταν μεγάλο σοκ οι λεπτομέρειες για τη δράση μιας ναζιστικής παράνομης οργάνωσης. Οι αρχές αρνούνταν ανέκαθεν να δεχτούν ότι οι νεοναζί ήταν ικανοί να οργανώσουν παράνομη ένοπλη δράση. Δεν άργησε όμως να γίνει σαφές ότι οι αρχές είχαν κάνει απανωτά και μοιραία λάθη. Αφότου κατάφεραν να ξεφύγουν από την αστυνομία –η οποία είχε ανακαλύψει ένα εργαστήριο παρασκευής βομβών σε ένα γκαράζ–, τα τρία μέλη της οργάνωσης οργάνωσαν με άνεση το πέρασμά τους στην παρανομία, με τη βοήθεια των συνεργατών τους. Δεν συνελήφθησαν ποτέ, μολονότι ήταν περικυκλωμένοι από πολλούς χαφιέδες των μυστικών υπηρεσιών. Δεν αποκλείεται μάλιστα οι αρχές σκοπίμως να μην εμπόδισαν το δρόμο των τριών προς την παρανομία: «Τόσο τα συμπεράσματα που βγάζουμε από την έρευνα των φακέλων της υπόθεσης όσο και διάφορες δηλώσεις μαρτύρων αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο μία ή περισσότερες υπηρεσίες ασφαλείας να εμπόδισαν σκοπίμως τη σύλληψη των τριών μελών που αποτελούσαν τον πυρήνα του NSU». Επίσης, για τη σειρά δολοφονιών που άρχισε το 2000, οι αρχές που είχαν αναλάβει την έρευνα θεωρούσαν επί χρόνια ύποπτα τα μέλη των οικογενειών των θυμάτων. Στον Τύπο, οι φόνοι, που σημειωτέον έγιναν όλοι με το ίδιο όπλο, αναφέρονταν ως «οι φόνοι του γυράδικου».1 Γιατί, βέβαια, τόσο τα μέσα όσο και η πολιτική αλλά και η κοινή γνώμη θεωρούσαν προφανές ότι τα εγκλήματα αυτά ήταν χαρακτηριστικά ενός «τουρκικού περιβάλλοντος». Σύμφωνα με μια ρατσιστική υπόθεση εργασίας, κίνητρα για τους φόνους ήταν τα μπλεξίματα με την τουρκική μαφία, χρέη από τζόγο, πορνεία κ.λπ. Οι οικογένειες των θυμάτων υποβλήθηκαν επί χρόνια σε σκανδαλώδεις έρευνες, οι συγγενείς και οι φίλοι, το κοντινό και το ευρύτερο περιβάλλον τους υπέστησαν επιθετικές ανακρίσεις. Το αποτέλεσμα ήταν να καταστραφούν κάποιες κοινωνικές σχέσεις τους, ακόμη και οικογένειες. Λόγου χάρη, η οικογένεια ενός θύματος ελληνικής καταγωγής, του Βουλγαρίδη, αναγκάστηκε, ύστερα από 37 χρόνια παραμονής στη Γερμανία, να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη το 2009, έπειτα από τον κοινωνικό αποκλεισμό που υπέστη.
Πού εντάσσεται το NSU στο τοπίο της Ακροδεξιάς στη Γερμανία;
Οι τρεις νεοναζί Μπένχαρντ, Τσέπε και Μούντλος, που ζούσαν για χρόνια στην παρανομία, είχαν γεννηθεί όλοι στα μέσα της δεκαετίας του 1970 στην κωμόπολη Γένα της πρώην Ανατολικής Γερμανίας· εκεί μεγάλωσαν και εκεί πολιτικοποιήθηκαν. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 είχαν ενταχθεί στους νεοναζιστικούς κύκλους της πόλης τους, ήταν μέλη της «Συντροφιάς της Γένας»2 και αργότερα της Πατριωτικής Προστασίας Θουριγγίας (Thüringer Heimatschutz, THS). Από το 1996 σημαντικό σημείο αναφοράς ήταν και η διεθνώς δικτυωμένη οργάνωση Blood & Honour (B&H), και κυρίως ο κλάδος του Κέμνιτς της Θουριγγίας, διαβόητος για την εξαιρετικά επιθετική γραμμή του. Οι τρεις νεοναζί ήταν γνωστοί από τη συμμετοχή τους σε φασιστικές πορείες και φασιστορόκ συναυλίες, γνώριμοι τότε κιόλας στους αντιφασίστες και τις αντιφασίστριες, αλλά και στις αρχές. Εκτός από τις τοπικές διασυνδέσεις τους, που είχαν ριζώσει με τα χρόνια, είχαν επίσης και προσωπικές πολιτικές επαφές σε άλλες περιοχές, καθώς και σε πόλεις όπου αργότερα έκαναν τις δολοφονίες τους. Όταν προσπαθούσαν να ξεφύγουν από την αστυνομία και πέρασαν στην παρανομία αξιοποίησαν στο έπακρο αυτές και άλλες διασυνδέσεις τους: ένα ολόκληρο δίκτυο υποστηρικτών και πρόθυμων βοηθών τροφοδοτούσε τους τρεις νεοναζί με χρήματα, χαρτιά, τους παρείχε στέγη, όπλα και άλλα, έτσι ώστε η τριάδα να διαφύγει και να μπορέσει να συνεχίσει τη ζωή τους στην παρανομία. Στις βοηθητικές αυτές ενέργειες εμπλέκονταν εν γνώση ή εν αγνοία τους πολλές δεκάδες, έως και πάνω από 100 άτομα — μέσα σε 13 χρόνια και σε διαφορετικό βαθμό ο καθένας. Τα δίκτυα αυτά είχαν διαμορφωθεί και πριν από την απόφαση του «πυρήνα του Τσβίκαου» να περάσει στην παρανομία, και συνεχίζουν ακόμη και σήμερα να είναι ενεργά.
Τώρα το NSU βρίσκεται ενώπιον της δικαιοσύνης. Ποιες αμφιβολίες και ποιες ανησυχίες σας οδήγησαν να ιδρύσετε την πρωτοβουλία NSU-Watch;
Στο δικαστήριο του Μονάχου δικάζεται η Μπεάτε Τσέπε και τέσσερις ακόμη ενεργοί ή πρώην νεοναζί. Η Τσέπε κατηγορείται για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, και άρα για συνέργεια σε όλες τις δολοφονίες, τις επιθέσεις και τις ληστείες. Οι άλλοι τέσσερις κατηγορούμενοι αντιμετωπίζουν κατηγορίες για διάφορες υποστηρικτικές ενέργειες. Έτσι, το δικαστήριο ασχολείται μόνο με τις ποινικά κολάσιμες ενέργειες του πυρήνα του NSU και με όσες από τις ενέργειες μιας δράκας υποστηρικτών δεν έχουν ακόμη παραγραφεί. Δύο πράγματα μένουν λοιπόν εκτός του πεδίου συζήτησης: Πρώτον, ο θεσμικός ρατσισμός και οι προσπάθειες των αρχών να συγκαλύψουν δράσεις και εγκλήματα, οι οποίες ήταν τόσο αποτελεσματικές, ώστε το NSU κατάφερε για τόσα χρόνια να δρα από την παρανομία και να δολοφονεί. Γι‘ αυτό επίσης, οι αρχές είναι συνυπεύθυνες για τη νεοναζιστική τρομοκρατία. Δεύτερον, η κατηγορούσα αρχή αναπαράγει τον μύθο ότι η νεοναζιστική τρομοκρατία είναι υπόθεση μεμονωμένων ατόμων. Το δίκτυο των τρομοκρατικών νεοναζιστικών οργανώσεων δεν αποτελεί αντικείμενο της δίκης, γιατί έτσι το θέλησαν οι αρχές.
Γι‘ αυτό κι εμείς, όπως και πολλοί άλλοι, προσπαθούμε μέσω της πρωτοβουλίας NSU-Watch να υποστηρίξουμε τα θύματα και τους συγγενείς τους στην προσπάθειά τους να θίξουν το θέμα του ρατσισμού στη γερμανική κοινωνία. Θεωρούμε τη δίκη μια ευκαιρία να αναδείξουμε τις δολοφονικές συνέπειες του ρατσισμού και να ασκήσουμε πίεση στους υπεύθυνους. Και στηρίζουμε την πολιτική αγωγή στην προσπάθειά της να καταστήσει σαφές ότι στις ενέργειες του NSU εμπλέκονταν πολλοί περισσότεροι άνθρωποι, οι οποίοι πρέπει να κληθούν ενώπιον του δικαστηρίου, έτσι ώστε να τελειώνουμε επιτέλους με τον μύθο ενός πυρήνα που δρούσε μεμονωμένα.
Πες μας πώς είναι δομημένο το NSU-Watch, πώς λειτουργεί, τι υποστήριξη έχει βρει ως τώρα.
Στο NSU-Watch συμμετέχουν καμιά δεκαριά αντιρατσιστικές και αντιφασιστικές οργανώσεις και ομάδες, μερικές από τις οποίες κάνουν έρευνα και γράφουν στον Τύπο εδώ και δεκαετίες για τους νεοναζιστικούς κύκλους στη Γερμανία. Παρακολουθούμε τη δίκη μέσα στο δικαστήριο από την πρώτη μέρα, με ένα ή περισσότερα άτομα. Ανεβάζουμε στην ιστοσελίδα μας μια περίληψη των πρακτικών της κάθε ημέρας στα γερμανικά και τα τουρκικά. Σημειωτέον ότι επίσημα πρακτικά δεν δημοσιοποιούνται. Οι οργανώσεις που συμμετέχουν στο NSU-Watch δημοσιεύουν επίσης στην ιστοσελίδα αναλύσεις και πληροφορίες από έρευνες.
Η δουλειά μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου, ο συντονισμός του πρότζεκτ και οι μεταφράσεις στα τουρκικά είναι εργασίες απαιτητικές και κουραστικές. Τα μέλη του NSU-Watch που εκτελούν αυτές τις εργασίες πληρώνονται από τη χρηματική υποστήριξη που λαμβάνουμε από ιδιώτες, καθώς και από τη χρηματοδότηση μέσω ιδρυμάτων. Ο όρος που θέτουμε για τη στήριξη αυτή είναι να μην τίθεται κανένας περιορισμός ως προς το περιεχόμενο της δουλειάς μας.
Βλέπετε αποτελέσματα αυτής της μεγάλης προσπάθειας που καταβάλλετε;
Η διαρκής και συνεπής δημοσιοποίηση των πρακτικών δίνει τη δυνατότητα στην κοινή γνώμη και στους ευαισθητοποιημένους ανθρώπους να ενημερώνονται σφαιρικά για την πορεία της δίκης. Γι‘ αυτό και το πρότζεκτ μας έχει τιμηθεί ως τώρα με πολλά έγκριτα δημοσιογραφικά βραβεία. Στο διάστημα που έχει μεσολαβήσει από την αρχή της δίκης, πολλοί πολίτες και πολιτικοί έχουν πειστεί ότι δεν ισχύει η επίσημη αφήγηση, ότι δηλαδή το NSU ήταν τάχα μόνο μια απομονωμένη τριάδα νεοναζιστών. Η κριτική στην απροθυμία διαλεύκανσης της υπόθεσης αυξάνεται. Γι‘ αυτό και ενδεχομένως να συσταθούν κι άλλες εξεταστικές επιτροπές, τόσο στην ομοσπονδιακή Βουλή όσο και στο κοινοβούλιο του κρατιδίου της Θουριγγίας. Ανάλογες εξεταστικές επιτροπές, τις οποίες στηρίζουμε με πληροφορίες και υλικό, λειτουργούν ήδη στα κρατίδια της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας, της Έσσης και τις Βάδης-Βυρτεμβέργης. Στο έργο αυτό βοηθούν διάφορες τοπικές ομάδες του NSU-Watch που έχουν στηθεί στα κρατίδια.
Συχνά μας απογοητεύει η έλλειψη αλληλεγγύης προς τα θύματα του NSU και το μειωμένο ενδιαφέρον για την πορεία της δίκης. Σκοπεύουμε λοιπόν να επεκτείνουμε τη συνεργασία μας και με πρωτοβουλίες που προτίθενται να παρακολουθούν τη δίκη από μια πολιτική σκοπιά και να διοργανώνουν δημόσιες δράσεις και εκδηλώσεις. Η καταπολέμηση του θεσμικού ρατσισμού απαιτεί μεγάλες αντοχές και είναι βέβαιο πως βρισκόμαστε μόλις στην αρχή ενός σκληρού και πολύπλευρου αγώνα για την αλήθεια και για την κοινωνική επανένταξη των θυμάτων.
Από την άλλη πλευρά, τα βίαια νεοναζιστικά μορφώματα δεν κάμφθηκαν από τις αποκαλύψεις για τη δράση του NSU. Παραμένουν πιστά στη δολοφονική τους ιδεολογία, διατηρούν ενεργά τα δίκτυά τους και φοβόμαστε ότι μακροπρόθεσμα θα αναγάγουν τους τρεις νεοναζί τρομοκράτες σε καινούργιους ήρωες του κινήματός τους. Ο κίνδυνος είναι ακόμη υπαρκτός, και είναι μεγάλος.
https://enthemata.wordpress.com/2014/11/16/nsu-2/